Ετυμολογία

επεξεργασία
urs- < λατινική ursus, γαλλική ours, ιταλική orso

urs- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: αρκούδα

Παράγωγα

επεξεργασία