Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
universaliste universalistes

  Επίθετο επεξεργασία

universaliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. (θρησκεία) που αποσκοπεί στην επικράτεια μιας μόνο θρησκείας
  2. που αποσκοπεί στην εφαρμογή σε όλους τους ανθρώπους, σε ολόκληρη την ανθρωπότητα