tytoń
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- tytoń < (άμεσο δάνειο) τουρκική tütün
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
tytoń (pl) αρσενικό
- ο καπνός (το φυτό και το προϊόν από αποξηραμένα και κατεργασμένα φύλλα καπνού)
tytoń (pl) αρσενικό