Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tu/
ομόηχο: too

  Αριθμητικό

επεξεργασία

two (en)

  • δύο
    ⮡  The two of them divided the profits in half.
    Μοιράσανε οι δυο τους τα κέρδη από μισά.