Ετυμολογία

επεξεργασία
trouzi < tro + uzi
ρήμα trouzi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας trouzas trouzanta trouzata
αόριστος trouzis trouzinta trouzita
μέλλοντας trouzos trouzonta trouzota
υποθετική trouzus - -
προστακτική trouzu - -

trouzi (eo)