Ετυμολογία

επεξεργασία
uzi < uz- + -i
ρήμα uzi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας uzas uzanta uzata
αόριστος uzis uzinta uzita
μέλλοντας uzos uzonta uzota
υποθετική uzus - -
προστακτική uzu - -

uzi (eo)