Ετυμολογία

επεξεργασία

troszeczkę (pl) υποκοριστικό του troszkę (pl)

  Αριθμητικό

επεξεργασία

troszeczkę (pl) (αόριστο) (χωρίς παραθετικά) άκλιτο

Συγγενικά

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία