traveller's check
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
traveller's check | traveller's checks |
traveller's check (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
traveller's check | traveller's checks |
traveller's check (fr) αρσενικό