Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

transposition (en)

  1. (μαθηματικά) η αντιμετάθεση
  2. (μουσική) η τονική μεταφορά, η συνολική τονική μελωδική μετατόπιση χωρίς διατάραξη των διαστημάτων μέσα στη σύνθεση
    υπερώνυμο: modulation (μετατροπία)

Δείτε επίσης επεξεργασία