Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

transfiguration (en)

  1. η μεταμόρφωση
  2. (θρησκεία) η Μεταμόρφωση του Χριστού στο όρος Θαβώρ, η εορτή της Μεταμορφώσεως

Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
transfiguration transfigurations

  Ουσιαστικό επεξεργασία

transfiguration (fr) θηλυκό