tort
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
tort | torts |
tort (fr) αρσενικό
- το άδικο
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαtort (pl) αρσενικό
- η τούρτα
ενικός | πληθυντικός |
tort | torts |
tort (fr) αρσενικό
tort (pl) αρσενικό