ενικός         πληθυντικός  
tissue tissues

Ουσιαστικό

επεξεργασία

tissue (en)

  1. το χαρτομάντιλο
      pocket tissues - χαρτομάντηλα τσέπης
  2. (μη μετρήσιμο, ανατομία, και tissues) ο ιστός
      muscular tissue - μυϊκός ιστός
  3. (μη μετρήσιμο) πολύ λεπτό χαρτί που χρησιμοποιείται για το τύλιγμα και τη συσκευασία αντικειμένων που σπάνε εύκολα