Ετυμολογία

επεξεργασία
tire-bouchon < tirer + bouchon

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tiʁ.bu.ʃɔ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
tire-bouchon tire-bouchons

tire-bouchon (fr) και tirebouchon αρσενικό

 συνώνυμα: anglaise

Εκφράσεις

επεξεργασία
Escalier en tire-bouchon. Σκάλα σε μορφή σπιράλ.

Συγγενικά

επεξεργασία