Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /tɔ.ʁa.sik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
thoracique thoraciques

thoracique (fr) αρσενικό ή θηλυκό