tasse
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- tasse < αραβική tâssa
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
tasse | tasses |
tasse (fr) θηλυκό
- το φλιτζάνι
Δείτε επίσης : tassé |
ενικός | πληθυντικός |
tasse | tasses |
tasse (fr) θηλυκό