Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

targeted (en)

Συγγενικά επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. από αναζήτηση «targeted» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.