tarball
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
tarball | tarballs |
tarball (en)
- (πληροφορική) αρχείο που περιέχει πολλά άλλα αρχεία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- tarball - πληροφορική στην αγγλική Βικιπαίδεια