tampon
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
tampon | tampons |
tampon (fr) αρσενικό
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαtampon (pl) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
tampon | tampons |
tampon (fr) αρσενικό
tampon (pl) αρσενικό