talon d’Achille
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ta.lɔ̃ d‿a.ʃil/
Έκφραση
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
talon d’Achille | talons d’Achille |
talon d’Achille (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
talon d’Achille | talons d’Achille |
talon d’Achille (fr) αρσενικό