ενικός         πληθυντικός  
taie taies

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

taie (fr) θηλυκό



  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

taie θηλυκό

sujet του ενικού, δείτε τη λέξη taien