tabloid
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαtabloid (en) (χωρίς παραθετικά)
- κίτρινος, που χαρακτηρίζεται από κιτρινισμό
- ⮡ The tabloid press slanders the reputations of honest citizens.
- Ο κίτρινος τύπος σπιλώνει υπολήψεις έντιμων πολιτών.
- ⮡ The tabloid press slanders the reputations of honest citizens.
- ταμπλόιντ
- ⮡ a new edition in tabloid form - νέα έκδοση σε σχήμα ταμπλόιντ
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
tabloid | tabloids |
tabloid (en)
- ο κίτρινος τύπος
- ⮡ Tabloids slander the reputations of honest citizens.
- Ο κίτρινος τύπος σπιλώνει υπολήψεις έντιμων πολιτών.
- ⮡ Tabloids slander the reputations of honest citizens.
- το ταμπλόιντ
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Tabloid journalism στην αγγλική Βικιπαίδεια
- Tabloid (newspaper format) στην αγγλική Βικιπαίδεια