téléphonique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /te.le.fɔ.nik/
- ⓘ
Επίθετο
επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
téléphonique | téléphoniques |
téléphonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
téléphonique | téléphoniques |
téléphonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό