Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʃɛɕʨ̑/
 

  Αριθμητικό

επεξεργασία

sześć (pl)

  1. ο αριθμός έξι
    w teleturnieju udział brało sześć kobiet - στον τηλεμαραθώνιο πήραν μέρος έξι γυναίκες

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία