synergique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
synergique | synergiques |
Επίθετο επεξεργασία
synergique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη synergie
ενικός | πληθυντικός |
synergique | synergiques |
synergique (fr) αρσενικό ή θηλυκό