suractivé
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | suractivé | suractivés |
θηλυκό | suractivée | suractivées |
Επίθετο επεξεργασία
suractivé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | suractivé | suractivés |
θηλυκό | suractivée | suractivées |
suractivé (fr)