Ετυμολογία

επεξεργασία
supranationalisme < supranational

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
supranationalisme supranationalismes

supranationalisme (fr) αρσενικό

  • υπερεθνικότητα, πολιτική που τείνει να υπερασπίζεται ή να ευνοεί υπερεθνικούς θεσμούς

Δείτε επίσης

επεξεργασία