Ετυμολογία

επεξεργασία
suppression < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sy.pʁɛ.sjɔ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
suppression suppressions

suppression (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία