Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sy.pɛʁ.fi.si/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
superficie superficies

superficie (fr) θηλυκό

  1. η επιφάνεια

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

superficie (it)

  1. η επιφάνεια