Ετυμολογία

επεξεργασία
supercherie < ιταλική soperchieria

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sy.pɛʁ.ʃə.ʁi/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
supercherie supercheries

supercherie (fr) θηλυκό