• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

spear

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ουσιαστικό
  • 2 Δυτικά φριζικά (fy)
    • 2.1 Ουσιαστικό

Αγγλικά (en)

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

spear (en)

  1. (οπλισμός) ακόντιο, δόρυ, λόγχη
  2. καμάκι



Δυτικά φριζικά (fy)

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

spear (fy)

  1. το ακόντιο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=spear&oldid=5670668"
Τελευταία επεξεργασία στις 23 Μαρτίου 2023, στις 13:39

Γλώσσες

    • አማርኛ
    • Ænglisc
    • العربية
    • Azərbaycanca
    • Dansk
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Eesti
    • Suomi
    • Na Vosa Vakaviti
    • Français
    • Hrvatski
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Interlingua
    • Ido
    • Italiano
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Kurdî
    • Limburgs
    • Lombard
    • ລາວ
    • Malagasy
    • Македонски
    • മലയാളം
    • မြန်မာဘာသာ
    • Nederlands
    • Norsk nynorsk
    • Occitan
    • Oromoo
    • ਪੰਜਾਬੀ
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Sängö
    • Simple English
    • Sunda
    • Svenska
    • தமிழ்
    • తెలుగు
    • ไทย
    • Tagalog
    • اردو
    • Tiếng Việt
    • Volapük
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 23 Μαρτίου 2023, στις 13:39.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας