Δείτε επίσης: Spartiate

  Ετυμολογία

επεξεργασία
spartiate < Sparte

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /spar.sjat/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
spartiate spartiates

spartiate (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία
→ δείτε τη λέξη  Sparte