spartiate
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- spartiate < Sparte
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
spartiate | spartiates |
spartiate (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Sparte
Δείτε επίσης : Spartiate |
ενικός | πληθυντικός |
spartiate | spartiates |
spartiate (fr) αρσενικό ή θηλυκό