Ετυμολογία

επεξεργασία

souper < μέση γαλλική soupper < παλαιά γαλλική soper

  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
souper soupers

souper (fr) θηλυκό αρσενικό