Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
souhait souhaits

souhait (fr) αρσενικό

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • à souhait: όσο θέλουμε, όσο είναι δυνατό
  • à tes souhaits, à vos souhaits: « με τις υγείες σας » (λέγεται όταν κάποιος φταρνίζεται)