Ετυμολογία

επεξεργασία
somewhere < some + where

  Αντωνυμία

επεξεργασία

somewhere (en)

  • κάπου, ένα μέρος που δεν ξέρω ή δεν αναφέρω ονομαστικά
    ⮡  Somewhere in this world there is someone for you.
    Κάπου σε αυτόν τον κόσμο υπάρχει κάποιος για εσένα.
    ⮡  somewhere in the house - κάπου στο σπίτι

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Επίρρημα

επεξεργασία

somewhere (en) (χωρίς παραθετικά)

  • κάπου
    ⮡  somewhere around here - κάπου εδώ γύρω
    ⮡  He went somewhere.
    Πήγε κάπου.

Συνώνυμα

επεξεργασία