solennel
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | solennel | solennels |
θηλυκό | solennelle | solennelles |
solennel (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | solennel | solennels |
θηλυκό | solennelle | solennelles |
solennel (fr)