Ουσιαστικό

επεξεργασία

sinusite (gl)

  Ετυμολογία

επεξεργασία
sinusite < sinus + -ite

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /si.ny.zit/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
sinusite sinusites

sinusite (fr) θηλυκό