Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

signataire < signer

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
signataire signataires

signataire (fr) αρσενικό ή θηλυκό