Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

sezon- < γαλλική saison, πολωνική sezon, αγγλική season

  Ρίζα επεξεργασία

sezon- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: εποχή

Παράγωγα επεξεργασία