ενικός         πληθυντικός  
sewage plant sewage plants

  Ετυμολογία

επεξεργασία
sewage plant < → δείτε τις λέξεις sewage και plant

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

sewage plant (en)

  • ο βιολογικός καθαρισμός
    ⮡  The waste is taken to the sewage (treatment) plant.
    Τα απόβλητα μεταφέρονται στον σταθμό επεξεργασίας λυμάτων.

Δείτε επίσης

επεξεργασία