Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
sentient
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.4
Συνώνυμα
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
sentient
<
λατινική
sentiens
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈsɛn.ti.ənt
/
Επίθετο
επεξεργασία
sentient
(en)
ικανός να νιώθει/να βιώνει και ν' αντιλαμβάνεται
σχετικός με την
αντίληψη
συνειδητός
Συνώνυμα
επεξεργασία
conscious
aware