Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
se détraquer
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
se détraquer
→
δείτε
τις λέξεις
se
και
détraquer
Ρήμα
επεξεργασία
se détraquer
(fr)
(+
ουσιαστικό
)
χαλώ
, δεν
δουλεύω
καλά
ma montre
s'est détraquée
- το ρολόι μου
χάλασε
χαλώ
,
ανακατώνω
je me suis détraqué
l'estomac avec le repas d'hier -
χάλασα
το στομάχι μου με το χθεσινό γεύμα