Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ska.fɑ̃dʁ/
 

  Ετυμολογία

επεξεργασία

scaphandre < σκάφη, βάρκα + -andre

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
scaphandre scaphandres

scaphandre (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία