Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /sa.fik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
saphique saphiques

saphique (fr) αρσενικό ή θηλυκό