Δείτε επίσης: sangría
      ενικός         πληθυντικός  
sangria sangrie

  Ετυμολογία

επεξεργασία
sangria < (άμεσο δάνειο) ισπανική sangría

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sanˈɡri.a/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

sangria (it) θηλυκό