séance plénière
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
séance plénière | séances plénières |
séance plénière (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
séance plénière | séances plénières |
séance plénière (fr) θηλυκό