respectively
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- respectively < respective + -ly
Επίρρημα
επεξεργασίαrespectively (en)
- αντίστοιχα, αντιστοίχως, με την ίδια σειρά με τα άτομα ή τα πράγματα που έχουν ήδη αναφερθεί
- ⮡ The first and second prizes were given to Paul and Mary respectively.
- Το α' και β' βραβείο δόθηκαν στον Παύλο και την Μαίρη αντίστοιχα/αντιστοίχως.
- ⮡ The first and second prizes were given to Paul and Mary respectively.
Πηγές
επεξεργασία- respectively - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 81. ISBN 9780194325684., λήμμα: αντίστοιχος