Ετυμολογία

επεξεργασία
reliefigi < relief(o) + -ig- + -i
ρήμα reliefigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας reliefigas reliefiganta reliefigata
αόριστος reliefigis reliefiginta reliefigita
μέλλοντας reliefigos reliefigonta reliefigota
υποθετική reliefigus - -
προστακτική reliefigu - -

reliefigi (eo)