Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

refactor < re- + factor

  Ρήμα επεξεργασία

refactor (en)

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • refactor στην αγγλική Βικιπαίδεια