redeo
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαredeo (la) redeō, rediī (σπάνιο redīvī), reditum, redīre
- επανέρχομαι, επιστρέφομαι
- αποκαθίσταμαι
- προσέρχομαι
- περιέρχομαι
Πηγές
επεξεργασία- redeo - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.