reconnaissable
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
reconnaissable | reconnaissables |
Επίθετο επεξεργασία
reconnaissable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- που μπορεί να αναγνωριστεί
ενικός | πληθυντικός |
reconnaissable | reconnaissables |
reconnaissable (fr) αρσενικό ή θηλυκό